Τελειώνει και το… καφενείο του Κορνάρου

Ένα καφενεδάκι απόμεινε στην πολύπαθη Πάνω Κρύα Βρύση στο δήμο Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου και αυτό ήλθε ο…

καιρός του, μετά από είκοσι οχτώ χρόνια, να κλείσει τις πόρτες του! Ύστερα, ούτε οι 37 κάτοικοι που έμειναν από τον άλλοτε ακμάζοντα ζωντανό οικισμό του «Κέντρους», θα βρίσκουν χώρο να «σκοτώσουν» την ώρα τους και να μιλήσουν για τα καθημερινά τους, μα ούτε και ο… ταχυδρόμος θα βρίσκει χώρο για να αφήνει την αλληλογραφία των χωριανών… Μα ούτε εκεί, ο φιλόξενος και παραδοσιακός χώρος του λεβεντόγερου Μανώλη Κορνάρου, που δεκαετίες …αποθήκευε τις ιστορίες και το κουβεντολόι των γενεών, θα αποτελεί το σημείο συνάντησης των ανθρώπων της περιοχής, γνωστών και άγνωστων, που κάθονταν μέσα στις δυσκολίες των χρόνων και… έδιωχναν ευχάριστα μέσα σε μακρόσυρτες κουβέντες και πειράγματα τις ώρες τους, με ένα ποτήρι κρασί ή τσικουδιά! ΕΝΑΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ… Η πλατεία των 35 εθνομαρτύρων με το κοιμητήριο των κατοίκων της θυσίας στο ολοκαύτωμα από τις δυνάμεις των Γερμανών ναζί,

Το… καλούσε η μέρα και ήπιαν το κρασί τους με τα άγρια μανιτάρια ο παραδοσιακός καφεπώλης Μανώλης Κορνάρος, ο Κώστας Παπαδογιάννης από την γειτονική Ορνέ και ο Γιώργος Μανουσάκης που επανήλθε οικογενειακώς στην Κρύα Βρύση, από την Αθήναείναι στην απόλυτη σιωπή! Ο έτερος καφετζής και κουρέας Μανώλης Μαυροτσουπάκης έμεινε με τις μνήμες των πολυτάραχων εποχών του και ο τρίτος Ανδρέας Κανακάκης, που ήταν και μέχρι πριν λίγους καιρούς «το μάτι και το αυτί της Κρύας Βρύσης», εγκατάλειψε οριστικά την επίγεια διαδρομή του. Βίωσαν και οι δυο τη φρίκη και την προσφυγιά από την θηριωδία του ναζισμού… Ο αγνός Κρητικός Κορνάρος έμεινε ο μοναδικός να κουβαλά τον δίσκο

με τον καφέ και τα ποτήρια με την ρακή και το κρασί για την παρέα… Μέτρησε πόσοι ήρθαν», θα πει απογοητευμένος, χωρίς να «βλέπει» προοπτική

ο Μανώλης Κορνάρος, αφού«Νοέμβρη και Δεκέμβρη έφυγαν άλλοι πέντε». Μετά και αυτές τις απώλειες, έμειναν μετρημένοι 37 στην Πάνω Κρύα Βρύση και 30 περίπου στην Κάτω…

«Δεν θα έρθουν άλλοι! Τρεις φαίνονται κάθε μέρα, αυτοί είναι, εγώ κι η γυναίκα μου». Μα το φοβερότερο όλων είναι ότι ακόμα και σε αυτά τα όμορφα στέκια που ξεδιπλώνεται η παλιά Κρήτη, ο… οδοστρωτήρας των δανειστών με τους εγχώριους υποτακτικούς τους

καλείται με μια ακατανόητη φοροεπιδρομή να σαρώσει τα πάντα χωρίς δισταγμό! «Αυτά τα μαγαζιά που εξυπηρετούν, πρωτίστως, κοινωνικές ανάγκες και τίποτα περισσότερο», εκφράζει στάση οργής ο Γιώργος Μανουσάκης, που επανήλθε οικογενειακώς από την πρωτεύουσα, κάνοντας την… έκπληξη, «θα έπρεπε, τα λιγοστά που απόμειναν στα χωριά που ερημώνουν, όχι μόνο να απαλλάσσονται από τις επιπλέον επιβαρύνσεις αλλά και να επιδοτούνται να μένουν ανοιχτά», διατυπώνει την ανάγκη… ΠΑΡΕΑ ΜΕ ΚΡΑΣΙ ΚΑΙ ΑΓΡΙΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ Στην πλατεία του χωριού, στους πρόποδες του «Κέντρους», οι άνθρωποι… εξαφανίστηκανΚαι βέβαια, την όμορφη και ζηλευτή εικόνα του καφενέ της παλιάς Κρήτης, όμοια με εκείνη που μόνο σε τέτοιους χώρους εμφανίζεται, ζωντάνεψε ευδιάθετα, όπως το συνηθίζει, εκείνη τη μέρα ο Μανώλης Κορνάρος με τη μεγάλη καρδιά, …ειδικευμένος στην παρέα και στο καλό κρασί, όταν με τον Κώστα Παπαδογιάννη από την γειτονική και άδεια (δυστυχώς) Ορνέ… έριχναν στο στομάχι τους το νέκταρ του αμπελιού,… καλύπτοντάς το με τα «οφτά στην ξυλόσομπα άγρια μανιτάρια, τους αρτικίτες», που κουβάλησε από την «Παπούρα» η κυρία Γεωργία… Αργότερα, οι δυο κρασοπότες έγιναν τέσσερις, το ένα μπουκάλι έφτανε μετά το άλλο, αλλά ο καπετάν Κορνάρος …έψαχνε τον εαυτό του στους τρόπους να κρατήσει το καφενείο του ανοιχτό και να αποφύγει το μαρασμό που έρχεται όταν οι άνθρωποι αποχωρίζονται μια βασική λειτουργία της ζωής του, και υποχρεώνονται να ενταχθούν σε ένα ανεπιθύμητο κανόνα στην καθημερινότητά τους. Σάλεψε το… μυαλό του με όσα ζητούσαν από τις υπηρεσίες και ζαλίστηκε! «Με αναγκάζουν να το κλείσω», έλεγε μετά από αυτά. «Αυτοί που είδες είναι οι πελάτες μου όλη μέρα και εγώ. Βάλε κι εμένα πελάτη!» Πηγή

Via

 sitestories.eu




Share/Bookmark
..
  • .. Comment using Facebook

Δεν υπάρχουν σχόλια :